παράλογο και δημιουργία

Ένας άνθρωπος χτυπάει το κεφάλι του στον τοίχο θέλοντας να ρίξει τον τοίχο. Η αντίθεση που υπάρχει σ΄ αυτόν τον συλλογισμό ορίζει απλά την έννοια του παραλόγου. Ούτε ο άνθρωπος ούτε ο τοίχος είναι παράλογος, παράλογη είναι η αντιπαράθεσή τους. Ουσιαστικά το παράλογο είναι μία διάσταση που δημιουργεί σε μας ένα συναίσθημα. Το εν λόγω συναίσθημα εμφανίζεται σε στιγμές υψηλής συνειδητοποίησης ή ακόμα τις προκαλεί αν προϋπάρχει και γι’ αυτό η κατανόηση του έχει μεγάλη σημασία.

Όταν λοιπόν νιώθουμε πως ο κόσμος είναι αντιθετικός και ακατανόητος, ανοίκειος και ξένος σε μας, όταν συνειδητοποιούμε πως είμαστε εξορισμένοι από μια βαθύτερη πατρίδα, ανολοκλήρωτοι, τεμαχισμένοι μέσα σε ανθρώπινες σχέσεις και χρονομετρημένες υποχρεώσεις, αποστασιοποιημένοι από την ίδια μας τη ζωή, τότε νιώθουμε το παράλογο.

Είναι όμως πολύ δύσκολο να μείνουμε ειλικρινά σε αυτό το συναίσθημα, να σκεφτόμαστε δηλαδή, χωρίς ελπίδα μέχρι το τέλος, σχεδόν αδύνατο. Η φύση μας βασανίζεται και θέλει να διαφύγει από αυτή την πνευματική διαδικασία. Έτσι είτε καλλιεργεί την ελπίδα, που είναι η συνηθισμένη θνητή επιλογή, είτε επιλέγει την αυτοκτονία. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις σκοτώνουμε το πνεύμα και άρα το παράλογο, που ως αποτέλεσμα συγκεκριμένης πνευματικής διαδικασίας, θα ζήσει μόνο αν συνεχίσουμε να ζούμε χωρίς να ελπίζουμε.

Μια ύπαρξη που καταφέρνει να ζει χωρίς να ελπίζει -πράγμα παράλογο- είναι μια παράλογη ύπαρξη. Χαρακτηριστικό της είναι πως ζει διαρκώς αρνούμενη χωρίς να είναι απελπισμένη, μένει συνειδητά ανικανοποίητη χωρίς να εγκαταλείπει ή να συναινεί, θέλει να κάνει μονάχα εκείνο που καταλαβαίνει απόλυτα και νιώθει απάνθρωπα αθώα ακόμα και όταν οι άλλοι την θεωρούν αμαρτωλή.

Μία είναι η θέση που μπορεί να πάρει μια τέτοια ύπαρξη και δεν είναι άλλη από την συνεχή επανάσταση. Η επανάσταση είναι το αποτέλεσμα μιας αναπόφευκτης ειλικρίνειας. Είναι η έκφραση της συνείδησης και αποτελεί την αρχή της παράλογης ελευθερίας. Ο παράλογος άνθρωπος εξαντλεί τα πάντα και εξαντλείται γιατί ξέρει πως μ’ αυτήν την καθημερινή επανάσταση εκφράζει την βεβαιότητα ενός πεπρωμένου που τον συντρίβει χωρίς να υποτάσσεται σ’ αυτό.

Η παράλογη ελευθερία ζητάει ο άνθρωπος να μπορεί να επιλέγει χωρίς τύψεις.  Αρνείται την τρέλα και το θάνατο γιατί εκεί ανθρώπινη επιλογή δεν υπάρχει. Από κει και πέρα καμία ηθική δεν υπαγορεύει τις επιλογές του ανθρώπου. Οι ηθική νομιμοποιεί ή όχι μια πράξη ανάλογα με τις συνέπειές της ενώ ένα παράλογο πνεύμα υποστηρίζει μονάχα πως αυτές οι συνέπειες πρέπει να εξετάζονται με απάθεια. Είναι πρόθυμο να πληρώσει καθώς δέχεται πως σε μια πράξη υπάρχουν υπεύθυνοι αλλά δεν νιώθει τύψεις γιατί δεν πιστεύει πως υπάρχουν ένοχοι.

Υπάρχουν περσόνες όπως αυτές του εραστή, του ηθοποιού, του κατακτητή που είναι από τη φύση τους πιο κοντά στο παράλογο. Ο Δον Ζουάν ξέρει πως δεν υπάρχει πραγματική αγάπη εκτός από εκείνη που είναι παροδική. Δεν ελπίζει αλλά συγχρόνως δεν εγκαταλείπει. Αλλά και ο ηθοποιός θα λέγαμε πως από την δική του σκοπιά δεν ελπίζει. Δεν τον ενδιαφέρει αυτό που θα μπορούσε να είναι σαν άνθρωπος αλλά το να διεισδύσει σε όλες αυτές τις πιθανές ζωές. Για τον κατακτητή δεν υπάρχει τελειωτική νίκη όμως αυτός συνεχίζει τις μάχες.

Οι παραπάνω τύποι με την ύπαρξης τους και μόνο αποδεικνύουν το αδιέξοδο, τα παράλογα τείχη της ύπαρξης. Τάσσονται όμως πάραυτα υπέρ της ζωής και της δράσης και  έτσι συμμαχούν με το χρόνο. Είναι περσόνες που έλκουν μια ύπαρξη γοητευμένη με το παράλογο να τις ακολουθήσει. Καθένας είναι μια ύπαρξη παράλογη «φτάνει να ξέρει να μην κρύβει τίποτα», λέει χαρακτηριστικά ο Καμύ, επαναφέροντας μας στην πηγή του παραλόγου που είναι μια διαδικασία συνειδητοποίησης του κόσμου και ως τέτοια δεν μπορεί να υπάρξει μακριά από την απόλυτη ειλικρίνεια.

Αυτή η απόλυτη ειλικρίνεια οδηγεί στην δημιουργία. Άλλωστε, η πιο παράλογη από όλες τις περσόνες είναι αυτή του δημιουργού. Η δημιουργία αποτελεί ένα πεδίο μίμησης της ζωής και άρα αφορά ένα πεδίο αρχικής παρατήρησής της.Το παράλογο έργο τέχνης ως προϊόν αυτής της παρατήρησης ενδιαφέρεται μόνο για την περιγραφή και όχι για την αιτιολόγηση, δεν προσπαθεί να εξηγήσει το παράλογο ούτε να θρέψει την αυταπάτη. «Έχουμε την τέχνη για να μην πεθάνουμε από την αλήθεια», λέει χαρακτηριστικά ο Νίτσε. Το ζητούμενο όμως για τον παράλογο δημιουργό δεν είναι το έργο τέχνης αλλά η καθαρή σκέψη που θα του δείξει το δρόμο για το πως να ζει. Το έργο βοηθάει απλά τη σκέψη να μη χάνεται, θα μπορούσε να μην υπάρχει. Από την στιγμή όμως που υπάρχει ο παράλογος δημιουργός έχει αξιώσεις από το δημιούργιμά του. Αξιώσεις που στηρίζονται σε μια βαθιά αιρετική πίστη που ζει έχοντας συνείδηση της απουσίας ελπίδας.

Το παράλογο έργο όσο και ο παράλογος δημιουργός, η ίδια η παράλογη ύπαρξη  τελικά χαρακτηρίζονται από έλλειψη ελπίδας, επαναστατικότητα, ειλικρίνεια, παρατηρητικότητα, λογική, πίστη στην αθωότητα, ανάγκη για σαφήνεια και πολλαπλότητα, αλλά και οτιδήποτε άλλο αυτή η συνειδητή τους απελπισία τους επιφυλλάσει... 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου