Το συνολικό έργο τέχνη: Από τον R. Wagner στον Ι. Ξενάκη – Μέρος Δεύτερο

POÈME ÉLECTRONIQUE

ΤΟ PHILIPS PAVILION

Τον Φεβρουάριο του 1956, η εταιρία Philips ζήτησε από τον Le Corbusier
να σχεδιάσει το περίπτερο προβολής των νέων της προϊόντων στον τομέα
της στερεοφωνίας και του φωτισμού για την παγκόσμια τεχνολογική
έκθεση των Βρυξελλών το 1958. Η έκθεση αυτή υπήρξε υψίστης σημασίας
για την ευρωπαϊκή τεχνολογία, όχι μόνο γιατί αυτή έπρεπε να σταθεί
δυνατή απέναντι στον αμερικάνικο ανταγωνισμό (στην Αμερική είχε ήδη
κατασκευαστεί η νέα έγχρωμη τηλεόραση), αλλά και για την προβολή της
πολιτισμικής και κοινωνικής αναζωογόνησης που μόλις είχε κατακτηθεί στον
ευρωπαϊκό χώρο μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Αυτοί ήταν και
οι λόγοι για τους οποίους η Philips αποφάσισε να μην παρουσιάσει εμπορικά
αγαθά, αλλά να καλέσει μια διεθνή ομάδα, συνταγμένη από αρχιτέκτονες,
μηχανικούς και καλλιτέχνες, ικανούς να δημιουργήσουν ένα Περίπτερο που
θα τοποθετούσε την ηλεκτρονική τεχνολογία στην υπηρεσία της κουλτούρας
και των τεχνών. Σκοπός του Περιπτέρου θα ήταν να προαχθούν τα νέα
τεχνολογικά επιτεύγματα της εταιρίας, όχι μέσω των προϊόντων της, αλλά
μέσω ενός σύγχρονου εικαστικού δημιουργήματος.

Όταν η πρόταση αυτή ανατέθηκε στον Le Corbusier εκείνος δέχθηκε,
επεκτείνοντας την ήδη υπάρχουσα ιδέα της εταιρίας και θέτοντας επιπλέον
τους δικούς του όρους: «Δεν θα σας φτιάξω ένα Περίπτερο, αλλά ένα
Ηλεκτρονικό Ποίημα και ένα δοχείο που θα περιέχει το ποίημα. Φως,
χρωματιστές εικόνες, ρυθμός και ήχος, ενοποιημένα σε μία οργανική
σύνθεση προσιτή στο κοινό, δείχνοντας έτσι συνεπώς τους πόρους των
εργασιών της Philips». Με το Ηλεκτρονικό Ποίημα που οραματίστηκε ο
Le Corbusier, σκόπευε να επιτύχει ένα σύγχρονο οπτικοακουστικό θέαμα.
Ένα ηλεκτρονικό-χωρικό περιβάλλον που, όπως περιγράφει και ο ίδιος, θα
επιτύγχανε μέσω μίας μόνο εμπειρίας, «την οργανική σύνθεση όλων των
τεχνών».

Οραματίστηκε τότε το Ηλεκτρονικό αυτό Ποίημα (Poème Électronique), ένα
θέαμα διάρκειας 8 λεπτών, που θα γεννιόταν από τον συνδυασμό του φωτός,
του ήχου, ρυθμών και εικόνων, όλων των πιθανών τεχνασμάτων που ο ίδιος
πίστευε πως θα συντελούσαν σε μια αρμονική συμβίωση των διαφορετικών
καλλιτεχνικών εκφράσεων. Φαντάστηκε έναν χώρο κενό και σκοτεινό με τη
μορφή «στομαχιού» ή «μπουκαλιού», ως υποδοχέα αυτού του θεάματος,
με σαφή είσοδο και έξοδο όπου οι θεατές θα ανακυκλώνονται συνεχώς
για μικρά διαστήματα 10 λεπτών προσανατολίζοντας έτσι το θέαμα σε μια
συγκεκριμένη, σύντομη εμπειρία.

Ανέλαβε ο ίδιος την ευθύνη για το φωτισμό του εσωτερικού του χώρου,
επιλέγοντας για τον εαυτό του αποκλειστικά τον ρόλο του καλλιτέχνη, ενώ
την ευθύνη για τον πλήρη σχεδιασμό του, τη μεταβίβασε στον ήδη για χρόνια
συνεργάτη του, μουσικό και αρχιτέκτονα, Ιάννη Ξενάκη. Όμοια έκανε και
με τον ήχο του Ποιήματος, ζητώντας από τότε πρωτοποριακό συνθέτη της
ηλεκτρονικής μουσικής Edgar Varèse να το εμπλουτίσει με μουσική. Οι τρεις
συνεργάτες εργάστηκαν παράλληλα, σε πλήρη συνεργασία ο ένας με τον
άλλον, με κύριο στόχο τους ένα αρμονικό και «δεμένο» αποτέλεσμα.

Φως - Εικόνα

Για το οπτικό ποίημα, ο Le Corbusier, επιχείρησε πέντε διαφορετικά εφέ
φωτισμού: χρωματιστά φώτα που προβάλλονταν στους τοίχους για να
αναδείξουν το σχήμα του εσωτερικού. Δύο φιγούρες που θα αιωρούνταν
στο χώρο, μια γυναικεία και μια αφηρημένη γλυπτική κατασκευή που
ακτινοβολούν φως. Δύο μεγάλες οθόνες προβολής όπου προβάλλονται
εικόνες. Φωτισμένες περιοχές γύρω από τις οθόνες προβολής που ορίζονται
από χρωματιστές δέσμες φωτός και ασπρόμαυρες φιγούρες. Τέλος,
φρόντισε να προβάλλονται εικόνες του ήλιου, του φεγγαριού και των
άστρων στις απολήξεις του κτηρίου. Το βασικό κομμάτι της καλλιτεχνικής
του διεργασίας αποτέλεσε η σύνθεση και παράθεση των εικόνων slides
που θα προβάλλονταν, καθώς η διάρκεια της προβολής τους καταλάμβανε
ακριβώς τον χρόνο των οχτώ λεπτών, τον χρόνο δηλαδή του Ηλεκτρονικού
Ποιήματος. Η μακροσκελής αυτή αφήγηση ήταν χωρισμένη σε επτά ενότητες
και ουσιαστικά αποτελούσε την οπτική διήγηση, από την μεριά πάντα του

Le Corbusier, σημαντικών γεγονότων και επιστημονικών εξελίξεων, για τον
άνθρωπο του 20ού αιώνα:
Το οπτικό Ηλεκτρονικό Ποίημα, αποτελούσε μια διήγηση χωρισμένη στα εξής
μέρη:
Γέννηση: εικόνες χρωματιστού φωτός, ένας ταύρος, ένας ταυρομάχος, το κεφάλι
ενός αρχαίου ελληνικού αγάλματος, ένα φιλμ με μια γυναίκα να χαμογελά και στη
συνέχεια να αντιδρά με τρόμο, ένα κρανίο
Ύλη και πνεύμα: ταχύτατες προβολές εικόνων κοχυλιών, επιστήμονες, το ίδιο
κρανίο, μία αφρικανή γυναίκα, χρωματιστά φώτα, ο σκελετός ενός δεινοσαύρου, ένα
φιλμ ενός πιθήκου όπως φαίνεται σε σκέψη
Από το σκοτάδι στην Αυγή: εικόνες ματιών και κεφαλιών διάφορων ζώων και
ανθρώπων. Μια κουκουβάγια, το κεφάλι μιας γαλοπούλας, μιας γυναίκας, (φυλετικά)
αγάλματα, ανοιχτοί τάφοι στρατοπέδων συγκέντρωσης, παιχνίδια-στρατιώτες, τανκς,
cowboys και ινδιάνοι, όπλα, αγάλματα μεσαιωνικών θρησκειών, η εικόνα του Βούδα
Manmade Gods: ποικιλία χρωματιστών φώτων, τα stone heads του νησιού του
Πάσχα, γεωμετρικές μορφές, η Σφήκα
Όταν ο χρόνος πλάθει τον πολιτισμό: βιομηχανία και ενέργεια, ένα εργοστάσιο
ατομικής ενέργειας, πλήθη, ένα τηλεσκόπιο, ένας χειρούργος, ένας ανθρακωρύχος,
εργάτες, ένα άλογο φάρμας, ο Charlie Chaplin, ένα βομβαρδιστικό αεροσκάφος, μία
ρουκέτα, μία κεραία ραντάρ, σύννεφα, «σύννεφα-μανιτάρια», παιδιά που κοιτούν
την κάμερα
Αρμονία: ο Πύργος του Eiffel, πρώιμες φωτογραφίες ανθρώπων και ζώων, τμήματα
μηχανών, ο Chaplin ξανά, αφηρημένες μορφές, αστρονομικές εικόνες, δύο εραστές
που φιλιούνται, μωρά
Για όλη την ανθρωπότητα: ουρανοξύστες, αρχιτεκτονικές κατόψεις, μοντέλα
πόλεων, το Modulor, το χέρι ενός μωρού, παιδιά, μια ηλικιωμένη γυναίκα, άνθρωποι
σε ένα τραπέζι φαγητού, ένας άνδρας κοιμάται στο δρόμο, ένας βρώμικος δρόμος,
ένα μωρό ξανά.

Μουσική

Όταν ο «καλλιτέχνης» ζήτησε από τον Edgar Varèse τη μουσική επένδυση
του οπτικού του ποιήματος, δεν στόχευε σε κάποια αντιστοιχία εικόνας-
ήχου, καθώς δεν περιλαμβανόταν στις προθέσεις του Le Corbusier ο
συγχρονισμός οπτικών και ηχητικών φαινομένων. Ο Varèse λοιπόν,
ελεύθερος να πειραματιστεί, εργάστηκε ανεξάρτητα πάνω στο «ακουστικό»
κομμάτι του ποιήματος, με μόνο του περιορισμό τα 8 λεπτά εκτέλεσής
του. Εκμεταλλευόμενος τις δυνατότητες της στερεοφωνίας, που θα τον
βοηθούσαν να επιτύχει πρωτοποριακούς τρόπους διάδοσης των ήχων,
«δόμησε» ήχους με τέτοιον τρόπο, ώστε να δημιουργούν την εντύπωση πως
«κινούνται» μέσω διαφορετικών κατευθύνσεων στον χώρο, γύρω από το
ακροατήριο.

Μεταξύ άλλων στοιχείων χρησιμοποίησε ήχους μηχανών, αποκομμένες
συγχορδίες πιάνου, φιλτραρισμένες φωνές χορωδιών και μεμονωμένων
φωνών προσθέτοντας τεχνητές αποχρώσεις ήχων. Με τη βοήθεια των
προχωρημένων τεχνικών μέσων που του διέθετε η Philips, κατάφερε να
διασπείρει τους ήδη ηχογραφημένους ήχους με διαφορετικούς συνδυασμούς
στα 500 ηχεία του Περιπτέρου. Επιτεύχθηκε μια ξεχωριστή επίδειξη των
δυνατοτήτων της στερεοφωνίας, βασισμένη ταυτόχρονα στη μορφή, τις
διαστάσεις του χώρου και τα φυσικά του χαρακτηριστικά. Αυτή ήταν ίσως
και η πιο site-specific προσέγγιση που είχε γίνει ως τότε. Γρήγορα ηχητικά
κρεσέντο και απότομες παύσεις, είχαν υπολογιστεί με σκοπό την ανάδειξη
των δυνατοτήτων αντήχησης του ήχου στις συγκεκριμένες καμπυλότητες
και υλικές ποιότητες του χώρου. Ο ήχος συντέθηκε για τον συγκεκριμένο
χώρο και τα φυσικά του χαρακτηριστικά,6 ενώ συνέβη παράλληλα και το
αντίστροφο.

Αρχιτεκτονική μορφή

Αυτός ήταν άλλωστε και ο σκοπός του Ιάννη Ξενάκη όταν ανέλαβε να δώσει
χωρική μορφή στο Ποίημα. Όχι να κατασκευάσει έναν χώρο που θα είχε
ως σκοπό να φιλοξενήσει ήχους, αλλά έναν χώρο βασισμένο στην πορεία
των ήχων και στη μέγιστη απόδοσή τους. Κατέληξε, μέσα από μια μουσική
και μαθηματική αναζήτηση για τη βέλτιστη απόδοση της πορείας του ήχου
και του φωτός μέσα στον χώρο, στην εισαγωγή μιας νέας μορφής για την
αρχιτεκτονική της εποχής, αυτή των υπερβολοειδών παραβολοειδών.
Σχεδίασε βασισμένος σε αυτήν την τρισδιάστατη μαθηματική παράσταση,
έναν χώρο τριών διαστάσεων εξολοκλήρου από κυρτές επιφάνειες, οι οποίες
για πρώτη φορά κατάφεραν να κατασκευαστούν ως αυτοφερόμενες, χωρίς
κανένα υποστήριγμα ή άλλο στοιχείο που θα τον στήριζε στο εσωτερικό ή
το εξωτερικό του. Για την επίτευξη αυτής της «επαναστατικής» κατασκευής,
σχεδίασε αρχικά ένα πλέγμα μεταλλικών δικτυωμάτων, ενωμένων με
καλώδια διαμέτρου 8 χιλιοστών, το οποίο και κάλυψε με ένα κέλυφος από
bèton armé, πάχους μόλις 5 εκατοστών.

Η τελική μορφή μοιάζει περισσότερο με μια εφήμερη, ελαφριά κατασκευή
από πανί, παρά το μπετόν που την καλύπτει σε όλη την επιφάνειά της. Οι
κοιλότητες και οι κυρτώσεις της απολήγουν σε τρεις κορυφές ύψους 20 έως
22 μέτρων και το μέγιστο μήκος της κάτοψης είναι 40 μέτρα. Για τον Ξενάκη,
με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται η κάλυψη της μέγιστης επιφάνειας με τα
ελάχιστα δυνατά υλικά μέσα. Επιπλέον, οι δυνατότητες που δίνει το bèton
armé για τη δημιουργία ενός οποιουδήποτε μονολιθικού όγκου από ένα
μόνο υλικό, δίνουν την αίσθηση της «συνέχειας» στο εσωτερικό του κτηρίου,
στοιχείο απαραίτητο για την ομαλή διάδοση του ήχου και την αρμονική
σύνθεση των διαφόρων τύπων φωτισμών σε ένα ενιαίο αποτέλεσμα. Το
κέλυφος εσωτερικά, ντύνεται από έναν μεγάλο αριθμό ηχείων (γύρω στα
500 σε σύνολο) κατανεμημένα σε σειρές και βαλμένα να ακολουθούν
την καμπυλότητά του ως τις απολήξεις του, ενώ εμπλουτίζεται από έναν
αντίστοιχα μεγάλο αριθμό lasers και προβολέων φωτός.

Ο «ιδιαίτερος» αυτός χώρος που προκύπτει είναι ένας χώρος εύπλαστος
και ίσως ακαθόριστος. Δεν θυμίζει κάτι από μία γνώριμη μορφή χώρου
θεάματος, με σαφή όρια και σημεία φυγής, και σε συνδυασμό με τις πορείες
των ήχων μέσω των ηχείων και τις ψευδαισθήσεις του τεχνητού φωτός,
καταλήγει να αποπροσανατολίζει τον επισκέπτη ωθώντας τον να γνωρίσει
μια νέα μορφή χώρου από την αρχή. Στην προστασία, από την άλλη μεριά,
από τον πλήρη αποπροσανατολισμό συνεισφέρει η μορφή της κάτοψης,
η οποία είναι οργανωμένη περισσότερο ως πέρασμα, με αντικριστές την
είσοδο και την έξοδο, εύκολες να βρεθούν. Με αυτή τη δυνατότητα διεξόδου
που προσφέρεται, επιτυγχάνεται η επίσκεψη του κτηρίου από μεγάλο
αριθμό θεατών σε μικρά χρονικά διαστήματα.

To Poème Électronique δύναται να φιλοξενήσει ομάδες των 500 επισκεπτών
για χρονικά διαστήματα των 10 λεπτών. Οι επισκέπτες εισέρχονται στο
Περίπτερο μέσω της κυρτής εισόδου όπου και τους υποδέχεται το μουσικό
κομμάτι concret p.h, γραμμένο από τον Ιάννη Ξενάκη για το χρονικό
αυτό ενδιάμεσο της «μετάβασης» από το εξωτερικό στο εσωτερικό του
Περιπτέρου. Με την είσοδο στο εσωτερικό, το Poème Électronique ξεκινά.
Το δωμάτιο σκοτεινιάζει και χρωματιστοί προβολείς, εικόνες, ήχος και φιλμ
κυκλώνουν τους θεατές. Το ηχογραφημένο κομμάτι του Varese ακούγεται
από 300 συνολικά ηχεία οργανωμένα σε σειρές με τον ήχο άλλοτε να
περιβάλλει και άλλοτε να διαπερνά το ακροατήριο. Ύστερα από οχτώ
λεπτά «βομβαρδισμών» εικόνας και ήχου, οι επισκέπτες βγαίνουν από την
αντικριστή πλευρά της εισόδου, έχοντας «χωνευθεί» από το Περίπτερο.
Το γεγονός από μόνο του πως το Philips Pavilion ονομάζεται Ηλεκτρονικό
Ποίημα, δηλώνει ότι διεκδικεί φανερά τον τίτλο ενός εικαστικού έργου έναντι
αυτού του ενός πρωτότυπου αρχιτεκτονήματος. Η ίδια η αρχιτεκτονική
του μορφή, αδιαφορεί για τις όποιες σχεδιαστικές τάσεις της εποχής και
συμβιβάζεται με το ρόλο ενός κελύφους, προορισμένου να φιλοξενήσει
μία ολοκληρωμένη εικαστική σύνθεση. Πιο συγκεκριμένα, ένα κέλυφος,
μέρος της εικαστικής σύνθεσης που αλληλεπιδρά με τις αντανακλάσεις του
φωτός, την πορεία του ήχου, τη δύναμη της εικόνας. Οι κωνικές τομές του
Περιπτέρου βοηθούν τον ήχο να «ταξιδέψει» από τη μια άκρη στην άλλη,
ενώ η κυρτότητα-καμπυλότητα που διέπει τη μορφή στο σύνολό της, εντείνει
τη σημασία της εικόνας καλώντας τον επισκέπτη να συμμετάσχει σε αυτήν
και όχι απλά να την ατενίζει ως παρατηρητής. Υλικές και άυλες χωρικές αξίες
συνδιαλέγονται με τέτοιον τρόπο, ώστε να μην είναι ποτέ ξεκάθαρο εάν ο
ήχος και οι πορείες του φωτός έχουν συντεθεί για τον συγκεκριμένο χώρο ή
έχει συμβεί το αντίστροφο. Πρόκειται εδώ για μια ουσιαστική συνεργασία
της τεχνολογίας, του ήχου, του τεχνητού φωτός και της αρχιτεκτονικής, όχι σε
σύγχυση αλλά σε απόλυτη διαλεκτική, όπου η κάθε έκφραση οπισθοχωρεί
προς ανάδειξη της άλλης. Πρόκειται για ένα Συνολικό, Ηλεκτρονικό ΄Εργο
Τέχνης.

Μέρος Πρώτο 
http://stratigos-anemos.blogspot.com/2011/04/r-wagner.html

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου