Η εγγενής ανηθικότητα της καπιταλιστικής αναδιάταξης στα πανεπιστήμια: πιστωτικές μονάδες

Στον πυρήνα της καπιταλιστικής ιδεολογίας υπάρχει μια εγγενής ανηθικότητα, μια δοξασία σύμφωνα με την οποία ο πλούτος και η εξουσία που αυτός συνεπάγεται πρέπει να καταφάσκουν τον εαυτό τους. Ο πλούτος, δηλαδή, πρέπει να αναπαράγεται και να κληροδοτείται για να συνεχίζει αενάως το πρωταρχικό του καθήκον, τη συσσώρευση. Οι πλούσιοι πρέπει να γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί, φτωχότεροι. Γιατί, βλέπετε, τα μέλη της μεσο-ανώτερης και ανώτερης τάξης ουδέποτε χώνεψαν πως ένα «ορθοκανονικό» εκπαιδευτικό σύστημα αριστείας θα κατανέμει τα προνόμια που οι ίδιοι κατέχουν [και τους εξασφαλίζουν την ιδιάζουσα ταξική τους θέση] και όχι το κληρονομικό δίκαιο. Για αυτούς, όπως και για την καπιταλιστική ιδεολογία, τα προνόμια κληρονομούνται, πωλούνταν και αγοράζονται με κέρδος. Η γνώση είναι πλούτος και τα επαγγέλματα έχουν χρηματική και αγοραία τιμή.

Γυναίκες και καπιταλισμός, από την πρώιμη νεωτερικότητα έως σήμερα


παρουσίαση του βιβλίου της Silvia Federici
"Ο Κάλιμπαν και η μάγισσα. Γυναίκες, σώμα και πρωταρχική συσσώρευση"


Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα γυναικεία κινήματα και μεγάλο κομμάτι της παραδοσιακής Αριστεράς, ιδίως από τη δεκαετία του 1960, γέννησε την ιδεολογική ψευδαίσθηση, ιδιαίτερα ισχυρή σε αυτό που ονομάστηκε από κάποιους μεταμοντέρνος φεμινισμός, ότι το κοινωνικό φύλο και η τάξη αποτελούν ριζικά διαφορετικές κατηγορίες ανάλυσης, παραπέμποντας σε μη τεμνόμενους άξονες εξουσίας. Τις πολλαπλές συγχύσεις που μια τέτοια αντίληψη δημιούργησε προσπαθεί να διαλύσει αυτό το σπουδαίο βιβλίο της Silvia Federici, καθηγήτριας σήμερα στο Πανεπιστήμιο Hofstra της Νέας Υόρκης και μέλους τής εκδοτικής κολεκτίβας Midnight Notes, μίας από τις σημαντικότερες θεωρητικούς του γυναικείου κινήματος τις τελευταίες δεκαετίες. Παρ' ότι οι έρευνές της που αφορούσαν τις γυναίκες κατά τη μετάβαση από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό ξεκίνησαν από τη δεκαετία του 1970, το σχέδιο επανενεργοποιήθηκε τα χρόνια που υπηρετούσε ως δασκάλα στη Νιγηρία (1984-6), όταν η υπαγωγή της χώρας στο Πρόγραμμα Δομικής Προσαρμογής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας οδήγησε σε «ένα νέο κύκλο πρωταρχικής συσσώρευσης και τον εξορθολογισμό της κοινωνικής αναπαραγωγής, που στόχευαν στην καταστροφή και των τελευταίων υπολειμμάτων κοινοτικής ιδιοκτησίας και κοινοτικών σχέσεων, επιβάλλοντας έτσι ακόμη πιο εντατικές μορφές εργασιακής εκμετάλλευσης [...] Παράλληλα με την πολιτική αυτή [...] είδα να υποδαυλίζεται μια εκστρατεία μισογυνισμού [...] και διαπίστωσα την ανάπτυξη μιας έντονης δημόσιας διαμάχης, από πολλές απόψεις παρόμοιας με τις querelles des femmes του 17ου αιώνα, που άγγιζε κάθε όψη της αναπαραγωγής τής εργασιακής δύναμης» (σελ. 22-3 passim).

H πλατωνική σκέψη στο έργο του Le Corbusier



«Αν οι Έλληνες θριάμβευσαν επί των βαρβάρων, αν η Ευρώπη, κληρονόμος της ελληνικής σκέψης, κυριαρχεί επί της Γης, ο λόγος είναι απλός: οι άγριοι αγαπούν μόνο τα ζωηρά χρώματα και την κακοφωνία των ταμπούρλων, τα οποία υποτάσσουν τις αισθήσεις. Οι Έλληνες, αντίθετα, αγαπούν τη διανοητική ομορφιά που κρύβεται πίσω από την αισθητή ομορφιά»

Σε αυτό το απόσπασμα από το καλλιτεχνικό μανιφέστο των Le Corbusier και Amédée Ozenfant «Après le Cubisme» (Paris, 1918), εξηγείται η πολιτισμική κυριαρχία της Ευρώπης απέναντι στον κόσμο, ως επακόλουθο της διχοτομίας αισθήσεων και νόησης. Η διχοτομία αυτή, η διάσταση δηλαδή ανάμεσα στο φαινόμενο και την πραγματικότητα, αποτελεί προϊόν της αρχαίας ελληνικής σκέψης και αναδεικνύεται για πρώτη φορά κυρίαρχη στην κορυφαία της στιγμή, το πλατωνικό φιλοσοφικό σύστημα.

Βουγιουκλακισμός

Διατηρούσα εδώ και χρόνια την αφελή αισιοδοξία πως σταδιακά το αντιαισθητικό και φασίζον φαινόμενο του Βουγιουκλακισμού θα εξέλειπε από την ελληνική κοινωνία. Έκανα λάθος. Πράγμα που δείχνει πως η Βουγιουκλάκη ήταν μάλλον σημείο μιας εποχής που ανέτειλε κάπου στα 1950 και τώρα μεσουρανεί παρά μια ακόμα μόδα, καταδικασμένη να ξεπεραστεί όπως τόσες και τόσες άλλες. Η εποχή του ερωτισμού της μαζικής κουλτούρας εξέθρεψε και αναπαρήγαγε τον ανθρωπολογικό εκείνο τύπο γυναίκας [και όχι μόνο] που περιφέρει την τσαχπινιάς της νιαουρίζοντας εδώ και εκεί. Έχοντας πάθος με την προβολή, λατρευτική σχέση με την επιφάνεια, τη διαχειρίσιμη αθωότητα, τη μιξοπαρθενία που προκαλεί χωρίς ποτέ να ενδίδει. Όντας σε συνεχή επιτηδευμένη ευφορία, απόρροια μιας άνευ προηγουμένου ιδεολογικής νάρκωσης, χωρίς ίχνος παραδοχής οποιουδήποτε πραγματικού συναισθήματος, καταντά να ζει έχοντας εσωτερικεύσει πλήρως την αντιστροφή της κοινωνίας των ομοιωμάτων: στην αδιατάραχτη επιφάνεια του make up αποτυπώνεται η ευτυχία.